furtherance - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

furtherance - translation to ρωσικά


furtherance      

['fə:ð(ə)rəns]

существительное

общая лексика

продвижение

помощь

поддержка

поддержка, помощь

furtherance      
furtherance noun продвижение; поддержка, помощь

Ορισμός

Furtherance
·noun The act of furthering or helping forward; promotion; advancement; progress.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για furtherance
1. Believes in stability and furtherance of peace talks as good for investment and the economy.
2. The patient‘s newfound energy hasn‘t been channeled toward the furtherance of Russia‘s national interests.
3. The man might have taken actions "in furtherance of his plan" on Thursday and Friday in Salem and Woodburn.
4. Murphy said that first–degree criminal sexual conduct is defined as sexual penetration in the furtherance of another felony.
5. All seven were charged with murder with the special circumstance of committing murder in the furtherance of a gang.
Μετάφραση του &#39furtherance&#39 σε Ρωσικά